Δημήτρης Μαριόλης
Τι προβλέπει η εγκύκλιος;
Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, με το αριθμ. πρωτ. 158235/9-10-2019 έγγραφο με θέμα: «Επιλογή σημαιοφόρων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» επαναφέρει το προηγούμενο καθεστώς επιλογής σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων για την κατάθεση στεφάνου, ορίζοντας ότι επιλέγονται «αυτοί που κατά το προηγούμενο σχολικό έτος έχουν συγκεντρώσει το μεγαλύτερο γενικό μέσο όρο βαθμολογίας». Το ΥΠΑΙΘ με το μέτρο αυτό έχει ως σκοπό «την καλλιέργεια της ευγενούς άμιλλας, την επιβράβευση της προσπάθειας των μαθητών για βελτίωση, την ευρύτερη ηθική και πνευματική ανάπτυξη της εκπαιδευτικής κοινότητας, καθώς και τη δόμηση
ενός συστήματος αξιών με άξονα την πρόοδο των μαθητών». Είναι εμφανές, ότι οι στόχοι αυτοί καμία σχέση δεν έχουν με το περιεχόμενο των επετείων αλλά προωθούν τις ευρύτερες αντιλήψεις της κυβέρνησης περί αριστείας και συνδέονται με τις προγραμματικές θέσεις της για επαναφορά και επέκταση των πρότυπων σχολείων, της τράπεζας θεμάτων στο λύκειο, του καθορισμού των εισακτέων από τα ΑΕΙ κλπ. Δηλαδή, με την προώθηση ενός ταξικού και επιλεκτικού σχολείου, όπου στόχος του θα είναι να ξεχωρίζουν οι άριστοι και όχι να προοδεύουν όλοι οι μαθητές. Σε ένα τέτοιο σχολείο η σχολική αποτυχία και η έξαρση των ανισοτήτων δεν είναι πρόβλημα αλλά επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Όπως διευκρινίζει στο τέλος το έγγραφο, «ειδικά για το Διδακτικό Έτος 2019-2020 η επιλογή θα πραγματοποιηθεί την επομένη της δημοσίευσης του ψηφισθέντος νόμου στο Φ.Ε.Κ.». Κάτι που σημαίνει ότι οι σχολικές μονάδες δεν μπορούν να προχωρήσουν στην επιλογή των σημαιοφόρων έως τη δημοσίευση του νόμου. Από την μία, το ΥΠΑΙΘ μπλοκάρει τη διεξαγωγή κληρώσεων με το υπάρχον και ισχύον ακόμα θεσμικό πλαίσιο και από την άλλη, κλείνει το μάτι στις σχολικές μονάδες να αναλάβουν να κάνουν, παρανόμως, την επιλογή σημαιοφόρων με το νέο θεσμικό πλαίσιο που ακόμα δεν έχει ψηφιστεί, καθώς οι μέρες περνούν και τα χρονικά περιθώρια είναι πλέον ασφυκτικά. Έτσι όμως, οι εκπαιδευτικοί που θα κάνουν τις κληρώσεις πριν τη δημοσίευση του νόμου, καθίστανται ευάλωτοι και υπόλογοι στις περιπτώσεις όπου οι γονείς τα παιδιά των οποίων δεν κληρωθούν καταγγείλουν τη διαδικασία ως παράνομη και ζητήσουν την επανάληψή της εντός νομίμων ορίων, δηλαδή μετά τη δημοσίευση του νόμου.
Τι αντικαθιστά;
Με βάση το ισχύον ακόμη Π.Δ.79/2017, η επιλογή σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων κατάθεσης στεφάνου πραγματοποιείται με κλήρωση ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών της τάξης. Στο πλαίσιο μιας συνολικής συντηρητικής μετατόπισης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με παλαιότερες δηλώσεις στελεχών της (και του ίδιου του πρώην πρωθυπουργού) για κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων, προχώρησε σε ένα μετέωρο και ημιτελές βήμα διαχείρισης του θεσμού με όρους, ας πούμε, ισοτιμίας. Η θεσμική παρέμβασή της είχε περισσότερο να κάνει με την αντίληψη της αριστείας και λιγότερο (ή και καθόλου) με το θεσμό και το περιεχόμενο των μαθητικών παρελάσεων διευρύνοντας έτσι το πολιτικό πλαίσιο εθνικής συναίνεσης και στήριξης στο θεσμό. Δεν είναι τυχαίο ότι όλη η αντιπαράθεση το καλοκαίρι του 2017 περιορίστηκε στο ζήτημα της αριστείας.
Σημαία, αριστεία και παρελάσεις
Ο θεσμός των μαθητικών παρελάσεων αποτελεί μια σχολική τελετουργία με εξωστρεφή κοινωνική απεύθυνση και λειτουργία. Επιπλέον, έχει ενσωματωμένη μια ιεραρχική δομή και εμφάνιση του σχολείου κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του στρατεύματος. Ο άριστος των αρίστων (συνήθως ο πιο τυχερός εκ των αρίστων) σηκώνει τη σημαία πλαισιωμένος από τους λιγότερο άριστους (συνήθως ισοβαθμήσαντες αλλά ατυχήσαντες στη σχετική κλήρωση) παραστάτες που τοποθετούνται κατά σειρά βαθμολογίας ή επιτυχίας στην κλήρωση. Ακολουθεί το πλήθος των μη άριστων μαθητών με ομοιόμορφη ενδυμασία και στρατιωτικό βήμα, ικανότητα που για να αποκτηθεί θυσιάζονται αρκετές διδακτικές ώρες. Ως κοινωνική και σχολική εκδήλωση, εδραιωμένη στις τοπικές κοινωνίες και τις σχολικές κοινότητες, είναι ιδιαίτερα αποδεκτή από τους γονείς των μαθητών με υψηλές προσδοκίες, οι οποίοι σε κάποιες περιπτώσεις πιέζουν για υψηλότερες βαθμολογίες, διαμαρτύρονται για τη βαθμολογία άλλων μαθητών, δυσανασχετούν, αντιμετωπίζουν με καχυποψία τόσο τη βαθμολογία που αποδίδουν οι εκπαιδευτικοί όσο και την ίδια τη διαδικασία της κλήρωσης, φτάνοντας στο σημείο να υπαινίσσονται ή να καταγγέλλουν και στημένες κληρώσεις καμιά φορά. Με δυο λόγια όλη η διαδικασία της βαθμολογίας της Ε΄ Δημοτικού δυναστεύεται από τη βαριά σκιά της επιλογής των σημαιοφόρων και οι εκπαιδευτικοί πιέζονται αφόρητα να βαθμολογούν πιο αυστηρά και να «μαγειρεύουν» τις βαθμολογίες ώστε να μην βρεθούν υπόλογοι και κατηγορούμενοι. Τούτων δοθέντων, σε αυτό το πλαίσιο, κανείς δεν θα μπορούσε να μιλήσει στα σοβαρά ούτε για κατάργηση της βαθμολογίας ούτε για αντικατάσταση της βαθμολογίας με περιγραφικές μεθόδους αποτίμησης, καθώς, ανεξάρτητα από τα παιδαγωγικά αποτελέσματα αυτών των επιλογών, θα ακύρωναν την δυνατότητα επιλογής των αρίστων και της απόδοσης της σημαίας σε αυτούς ως έπαθλο.
Καλλιεργούν οι μαθητικές παρελάσεις την ιστορική συνείδηση;
«Τι γιορτάζουμε σήμερα;». Κάθε χρόνο, η κλασική ερώτηση των δημοσιογράφων σε μαθητές/τριες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καταλήγει στο ίδιο θλιβερό συμπέρασμα. Με πολλή περίσκεψη λοιπόν, διαπιστώνουν ότι πολλοί μαθητές/τριες τελειώνουν το λύκειο και δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτα για τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, την επανάσταση του ’21, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς γιορτάζεται στις επετείους της 28ης Οκτώβρη και της 25ης Μαρτίου, έχουν την άποψη ότι στο Πολυτεχνείο μπήκαν οι Γερμανοί ή οι Ιταλοί. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι το γεγονός αυτό, αδιαμφισβήτητο πλέον, αποτελεί μια ακόμα ισχυρή ένδειξη ότι τα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία (με τον σαφέστατα εθνικιστικό και υπερσυντηρητικό τους προσανατολισμό), ο τρόπος διδασκαλίας, η κατανομή της ύλης, η οργάνωση και το περιεχόμενο των σχολικών γιορτών και η συμμετοχή στις μαθητικές παρελάσεις, το σύνολο δηλαδή μιας εκπαίδευσης με συντηρητικό προσανατολισμό, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αποστροφή για την ιστορία, για τη σπουδή του παρελθόντος και τελικά σε ιστορική άγνοια.
Για να εστιάσουμε στο θεσμό των παρελάσεων ας το διατυπώσουμε διαφορετικά: Εάν οι μαθητικές παρελάσεις διαμορφώνουν ιστορική συνείδηση, με το περιεχόμενο και τον εθνικιστικό προσανατολισμό που επιδιώκει η κυρίαρχη ιδεολογία, τότε γιατί μαθητές/τριες που έχουν συμμετάσχει σε 4 έως 5 κατά μέσο όρο παρελάσεις στα μαθητικά τους χρόνια – για να μην συνυπολογίσουμε αρκετές ώρες συμμετοχής σε πρόβες παρέλασης – έχουν πλήρη άγνοια για τα γεγονότα των επετείων, δηλαδή δεν γνωρίζουν καν για ποιο λόγο παρέλασαν; Δεν αποτελεί αυτό μια ισχυρή ένδειξη ότι οι παρελάσεις δεν διαμορφώνουν απολύτως καμία ιστορική συνείδηση; Ούτε καν αυτή που επιθυμούν οι υποστηρικτές του θεσμού; Όχι λοιπόν, οι παρελάσεις δεν καλλιεργούν ιστορική συνείδηση. Προάγουν όμως τις αξίες της ιεραρχίας και της υπακοής, καλλιεργούν μιλιταριστικά πρότυπα, προβάλλουν μια πομπώδη εθνική εικόνα και σε συνδυασμό με την ιστορική άγνοια στην οποία συμβάλλουν, διαμορφώνουν τελικά μια μεταφυσική πίστη σε ένα μυστηριώδες ένδοξο παρελθόν το οποίο σε τελική ανάλυση δεν χρειάζεται να γνωρίζουν ή ακόμα περισσότερο να κατανοούν οι μαθητές.
Αποτελούν ή όχι οι μαθητικές παρελάσεις παράδοση της δικτατορίας Μεταξά;
Παρακολουθώντας την αρθρογραφία κάποιων υπερασπιστών του θεσμού, συναντάμε τον ισχυρισμό ότι μαθητικές παρελάσεις υπάρχουν από το 19ο αιώνα ακόμη. Παραλείπουν βέβαια να μας πληροφορήσουν οι εν λόγω αρθρογράφοι ότι πρόκειται για σποραδικές περιπτώσεις, με ανεπίσημο, ευκαιριακό και τοπικό χαρακτήρα και οργανώνονται με την πρωτοβουλία τοπικών ή σχολικών φορέων, για παράδειγμα, στις 26 Μαρτίου 1899 οργανώνεται παρέλαση μαθητών στην Αθήνα με πρωτοβουλία ενός επιθεωρητή. Από τον Μάρτιο του 1936 και μετά, η κατάσταση αλλάζει ριζικά. Στην επετειακή παρέλαση της 25ης Μαρτίου, παρελαύνουν τα σχολεία επικεφαλής της πομπής μπροστά από το διορισμένο πρωθυπουργό Μεταξά και τον Βασιλιά:
«Στα Επίκαιρα της εποχής (Δεκέμβρης 1937), μπορεί να δει κανείς όλο αυτό το τελετουργικό: Ο δικτάτορας συχνά πλησίαζε –πριν ξεκινήσει η παρέλαση– τα τμήματα των νέων της ΕΟΝ, επιθεωρώντας με «πατρική στοργή» την «αρτιότητα των σχηματισμών» τους. Παιδιά και νέοι του απέδιδαν στρατιωτικό χαιρετισμό με την παλάμη ανοικτή και το χέρι προτεταμένο, όπως και στο φασιστικό χαιρετισμό. Οι μαθητές και οι νέοι διατηρούσαν και στις παρελάσεις τον καταμερισμό της ΕΟΝ, διαχωρισμένοι σε φαλαγγίτες (από 14 έως 25 ετών) και σκαπανείς (8-14 ετών). Από εκεί και πέρα, ακολουθούνταν αυστηρή ιεραρχία, με τους άριστους να προηγούνται και τους υπόλοιπους να ακολουθούν χωρισμένοι σε φύλα, ύψη, ικανότητα ρυθμού».[1]
Μετά την επιβολή της δικτατορίας τον Αύγουστο του ’36, το μεταξικό καθεστώς θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την στρατιωτικοποίηση της νεολαίας και θα χρησιμοποιήσει, μεταξύ άλλων, τις παρελάσεις για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Από τότε, οι μαθητικές παρελάσεις αποτελούν οργανικό στοιχείο του εορτασμού των επετείων για τις οποίες το μεταξικό καθεστώς επένδυσε άφθονο χρόνο και χρήμα (25η Μαρτίου, επέτειος επιβολής της 4ης Αυγούστου, γιορτή των σκαπανέων, τοπικές εορτές, κλπ).
Είναι αποδομητές της ιστορίας όσοι είναι αντίθετοι με το θεσμό των μαθητικών παρελάσεων;
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Οι μαθητικές παρελάσεις, ελληνική ιδιαιτερότητα τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελούν παράδοση του δικτατορικού καθεστώτος Μεταξά και επιβλήθηκαν ως εργαλείο φασιστικοποίησης της νεολαίας κατά τα πρότυπα της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας. Ακολούθως, αξιοποιήθηκαν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις ως τελετουργία διαπαιδαγώγησης της νεολαίας στην ιδεολογία της εθνικοφροσύνης, η οποία, μεταξύ άλλων, διαστρέφοντας πλήρως τα γεγονότα της κατοχής και της αντίστασης, πρόσφερε μια εξαιρετική δυνατότητα σε όλο τον εσμό των συνεργατών των κατακτητών όχι μόνο να επανενταχθούν αλλά να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων.
Σήμερα, η καλλιέργεια ιστορικής συνείδησης, το ενδιαφέρον για τη σπουδή του παρελθόντος, η μελέτη και συνειδητοποίηση των απελευθερωτικών και αντιφασιστικών αγώνων του λαού, των κοινωνικών αγώνων για γη και ελευθερία, η ακόμα και η προσέγγιση της έννοιας του έθνους, της συγκρότησής του και της ιστορικής διαδρομής του, δεν έχουν καμία σχέση με τη διοργάνωση μαθητικών παρελάσεων και σχολικές τελετουργίες στρατιωτικού χαρακτήρα. Αντίθετα, προϋποθέτουν ριζικές αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία, ανάταξη της ύλης, νέες διδακτικές μεθόδους και οργάνωση ουσιαστικών σχολικών εκδηλώσεων που θα θέτουν στο επίκεντρο το παιδί και την ανάγκη του να κατανοήσει και να προσεγγίσει το παρελθόν, με σεβασμό στις δυνατότητες της ηλικίας του.
Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, με το αριθμ. πρωτ. 158235/9-10-2019 έγγραφο με θέμα: «Επιλογή σημαιοφόρων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» επαναφέρει το προηγούμενο καθεστώς επιλογής σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων για την κατάθεση στεφάνου, ορίζοντας ότι επιλέγονται «αυτοί που κατά το προηγούμενο σχολικό έτος έχουν συγκεντρώσει το μεγαλύτερο γενικό μέσο όρο βαθμολογίας». Το ΥΠΑΙΘ με το μέτρο αυτό έχει ως σκοπό «την καλλιέργεια της ευγενούς άμιλλας, την επιβράβευση της προσπάθειας των μαθητών για βελτίωση, την ευρύτερη ηθική και πνευματική ανάπτυξη της εκπαιδευτικής κοινότητας, καθώς και τη δόμηση
ενός συστήματος αξιών με άξονα την πρόοδο των μαθητών». Είναι εμφανές, ότι οι στόχοι αυτοί καμία σχέση δεν έχουν με το περιεχόμενο των επετείων αλλά προωθούν τις ευρύτερες αντιλήψεις της κυβέρνησης περί αριστείας και συνδέονται με τις προγραμματικές θέσεις της για επαναφορά και επέκταση των πρότυπων σχολείων, της τράπεζας θεμάτων στο λύκειο, του καθορισμού των εισακτέων από τα ΑΕΙ κλπ. Δηλαδή, με την προώθηση ενός ταξικού και επιλεκτικού σχολείου, όπου στόχος του θα είναι να ξεχωρίζουν οι άριστοι και όχι να προοδεύουν όλοι οι μαθητές. Σε ένα τέτοιο σχολείο η σχολική αποτυχία και η έξαρση των ανισοτήτων δεν είναι πρόβλημα αλλά επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Όπως διευκρινίζει στο τέλος το έγγραφο, «ειδικά για το Διδακτικό Έτος 2019-2020 η επιλογή θα πραγματοποιηθεί την επομένη της δημοσίευσης του ψηφισθέντος νόμου στο Φ.Ε.Κ.». Κάτι που σημαίνει ότι οι σχολικές μονάδες δεν μπορούν να προχωρήσουν στην επιλογή των σημαιοφόρων έως τη δημοσίευση του νόμου. Από την μία, το ΥΠΑΙΘ μπλοκάρει τη διεξαγωγή κληρώσεων με το υπάρχον και ισχύον ακόμα θεσμικό πλαίσιο και από την άλλη, κλείνει το μάτι στις σχολικές μονάδες να αναλάβουν να κάνουν, παρανόμως, την επιλογή σημαιοφόρων με το νέο θεσμικό πλαίσιο που ακόμα δεν έχει ψηφιστεί, καθώς οι μέρες περνούν και τα χρονικά περιθώρια είναι πλέον ασφυκτικά. Έτσι όμως, οι εκπαιδευτικοί που θα κάνουν τις κληρώσεις πριν τη δημοσίευση του νόμου, καθίστανται ευάλωτοι και υπόλογοι στις περιπτώσεις όπου οι γονείς τα παιδιά των οποίων δεν κληρωθούν καταγγείλουν τη διαδικασία ως παράνομη και ζητήσουν την επανάληψή της εντός νομίμων ορίων, δηλαδή μετά τη δημοσίευση του νόμου.
Τι αντικαθιστά;
Με βάση το ισχύον ακόμη Π.Δ.79/2017, η επιλογή σημαιοφόρων, παραστατών και υπευθύνων κατάθεσης στεφάνου πραγματοποιείται με κλήρωση ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών της τάξης. Στο πλαίσιο μιας συνολικής συντηρητικής μετατόπισης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίθεση με παλαιότερες δηλώσεις στελεχών της (και του ίδιου του πρώην πρωθυπουργού) για κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων, προχώρησε σε ένα μετέωρο και ημιτελές βήμα διαχείρισης του θεσμού με όρους, ας πούμε, ισοτιμίας. Η θεσμική παρέμβασή της είχε περισσότερο να κάνει με την αντίληψη της αριστείας και λιγότερο (ή και καθόλου) με το θεσμό και το περιεχόμενο των μαθητικών παρελάσεων διευρύνοντας έτσι το πολιτικό πλαίσιο εθνικής συναίνεσης και στήριξης στο θεσμό. Δεν είναι τυχαίο ότι όλη η αντιπαράθεση το καλοκαίρι του 2017 περιορίστηκε στο ζήτημα της αριστείας.
Σημαία, αριστεία και παρελάσεις
Ο θεσμός των μαθητικών παρελάσεων αποτελεί μια σχολική τελετουργία με εξωστρεφή κοινωνική απεύθυνση και λειτουργία. Επιπλέον, έχει ενσωματωμένη μια ιεραρχική δομή και εμφάνιση του σχολείου κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του στρατεύματος. Ο άριστος των αρίστων (συνήθως ο πιο τυχερός εκ των αρίστων) σηκώνει τη σημαία πλαισιωμένος από τους λιγότερο άριστους (συνήθως ισοβαθμήσαντες αλλά ατυχήσαντες στη σχετική κλήρωση) παραστάτες που τοποθετούνται κατά σειρά βαθμολογίας ή επιτυχίας στην κλήρωση. Ακολουθεί το πλήθος των μη άριστων μαθητών με ομοιόμορφη ενδυμασία και στρατιωτικό βήμα, ικανότητα που για να αποκτηθεί θυσιάζονται αρκετές διδακτικές ώρες. Ως κοινωνική και σχολική εκδήλωση, εδραιωμένη στις τοπικές κοινωνίες και τις σχολικές κοινότητες, είναι ιδιαίτερα αποδεκτή από τους γονείς των μαθητών με υψηλές προσδοκίες, οι οποίοι σε κάποιες περιπτώσεις πιέζουν για υψηλότερες βαθμολογίες, διαμαρτύρονται για τη βαθμολογία άλλων μαθητών, δυσανασχετούν, αντιμετωπίζουν με καχυποψία τόσο τη βαθμολογία που αποδίδουν οι εκπαιδευτικοί όσο και την ίδια τη διαδικασία της κλήρωσης, φτάνοντας στο σημείο να υπαινίσσονται ή να καταγγέλλουν και στημένες κληρώσεις καμιά φορά. Με δυο λόγια όλη η διαδικασία της βαθμολογίας της Ε΄ Δημοτικού δυναστεύεται από τη βαριά σκιά της επιλογής των σημαιοφόρων και οι εκπαιδευτικοί πιέζονται αφόρητα να βαθμολογούν πιο αυστηρά και να «μαγειρεύουν» τις βαθμολογίες ώστε να μην βρεθούν υπόλογοι και κατηγορούμενοι. Τούτων δοθέντων, σε αυτό το πλαίσιο, κανείς δεν θα μπορούσε να μιλήσει στα σοβαρά ούτε για κατάργηση της βαθμολογίας ούτε για αντικατάσταση της βαθμολογίας με περιγραφικές μεθόδους αποτίμησης, καθώς, ανεξάρτητα από τα παιδαγωγικά αποτελέσματα αυτών των επιλογών, θα ακύρωναν την δυνατότητα επιλογής των αρίστων και της απόδοσης της σημαίας σε αυτούς ως έπαθλο.
Καλλιεργούν οι μαθητικές παρελάσεις την ιστορική συνείδηση;
«Τι γιορτάζουμε σήμερα;». Κάθε χρόνο, η κλασική ερώτηση των δημοσιογράφων σε μαθητές/τριες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καταλήγει στο ίδιο θλιβερό συμπέρασμα. Με πολλή περίσκεψη λοιπόν, διαπιστώνουν ότι πολλοί μαθητές/τριες τελειώνουν το λύκειο και δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτα για τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, την επανάσταση του ’21, δεν γνωρίζουν τι ακριβώς γιορτάζεται στις επετείους της 28ης Οκτώβρη και της 25ης Μαρτίου, έχουν την άποψη ότι στο Πολυτεχνείο μπήκαν οι Γερμανοί ή οι Ιταλοί. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι το γεγονός αυτό, αδιαμφισβήτητο πλέον, αποτελεί μια ακόμα ισχυρή ένδειξη ότι τα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία (με τον σαφέστατα εθνικιστικό και υπερσυντηρητικό τους προσανατολισμό), ο τρόπος διδασκαλίας, η κατανομή της ύλης, η οργάνωση και το περιεχόμενο των σχολικών γιορτών και η συμμετοχή στις μαθητικές παρελάσεις, το σύνολο δηλαδή μιας εκπαίδευσης με συντηρητικό προσανατολισμό, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αποστροφή για την ιστορία, για τη σπουδή του παρελθόντος και τελικά σε ιστορική άγνοια.
Για να εστιάσουμε στο θεσμό των παρελάσεων ας το διατυπώσουμε διαφορετικά: Εάν οι μαθητικές παρελάσεις διαμορφώνουν ιστορική συνείδηση, με το περιεχόμενο και τον εθνικιστικό προσανατολισμό που επιδιώκει η κυρίαρχη ιδεολογία, τότε γιατί μαθητές/τριες που έχουν συμμετάσχει σε 4 έως 5 κατά μέσο όρο παρελάσεις στα μαθητικά τους χρόνια – για να μην συνυπολογίσουμε αρκετές ώρες συμμετοχής σε πρόβες παρέλασης – έχουν πλήρη άγνοια για τα γεγονότα των επετείων, δηλαδή δεν γνωρίζουν καν για ποιο λόγο παρέλασαν; Δεν αποτελεί αυτό μια ισχυρή ένδειξη ότι οι παρελάσεις δεν διαμορφώνουν απολύτως καμία ιστορική συνείδηση; Ούτε καν αυτή που επιθυμούν οι υποστηρικτές του θεσμού; Όχι λοιπόν, οι παρελάσεις δεν καλλιεργούν ιστορική συνείδηση. Προάγουν όμως τις αξίες της ιεραρχίας και της υπακοής, καλλιεργούν μιλιταριστικά πρότυπα, προβάλλουν μια πομπώδη εθνική εικόνα και σε συνδυασμό με την ιστορική άγνοια στην οποία συμβάλλουν, διαμορφώνουν τελικά μια μεταφυσική πίστη σε ένα μυστηριώδες ένδοξο παρελθόν το οποίο σε τελική ανάλυση δεν χρειάζεται να γνωρίζουν ή ακόμα περισσότερο να κατανοούν οι μαθητές.
Αποτελούν ή όχι οι μαθητικές παρελάσεις παράδοση της δικτατορίας Μεταξά;
Παρακολουθώντας την αρθρογραφία κάποιων υπερασπιστών του θεσμού, συναντάμε τον ισχυρισμό ότι μαθητικές παρελάσεις υπάρχουν από το 19ο αιώνα ακόμη. Παραλείπουν βέβαια να μας πληροφορήσουν οι εν λόγω αρθρογράφοι ότι πρόκειται για σποραδικές περιπτώσεις, με ανεπίσημο, ευκαιριακό και τοπικό χαρακτήρα και οργανώνονται με την πρωτοβουλία τοπικών ή σχολικών φορέων, για παράδειγμα, στις 26 Μαρτίου 1899 οργανώνεται παρέλαση μαθητών στην Αθήνα με πρωτοβουλία ενός επιθεωρητή. Από τον Μάρτιο του 1936 και μετά, η κατάσταση αλλάζει ριζικά. Στην επετειακή παρέλαση της 25ης Μαρτίου, παρελαύνουν τα σχολεία επικεφαλής της πομπής μπροστά από το διορισμένο πρωθυπουργό Μεταξά και τον Βασιλιά:
«Στα Επίκαιρα της εποχής (Δεκέμβρης 1937), μπορεί να δει κανείς όλο αυτό το τελετουργικό: Ο δικτάτορας συχνά πλησίαζε –πριν ξεκινήσει η παρέλαση– τα τμήματα των νέων της ΕΟΝ, επιθεωρώντας με «πατρική στοργή» την «αρτιότητα των σχηματισμών» τους. Παιδιά και νέοι του απέδιδαν στρατιωτικό χαιρετισμό με την παλάμη ανοικτή και το χέρι προτεταμένο, όπως και στο φασιστικό χαιρετισμό. Οι μαθητές και οι νέοι διατηρούσαν και στις παρελάσεις τον καταμερισμό της ΕΟΝ, διαχωρισμένοι σε φαλαγγίτες (από 14 έως 25 ετών) και σκαπανείς (8-14 ετών). Από εκεί και πέρα, ακολουθούνταν αυστηρή ιεραρχία, με τους άριστους να προηγούνται και τους υπόλοιπους να ακολουθούν χωρισμένοι σε φύλα, ύψη, ικανότητα ρυθμού».[1]
Μετά την επιβολή της δικτατορίας τον Αύγουστο του ’36, το μεταξικό καθεστώς θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την στρατιωτικοποίηση της νεολαίας και θα χρησιμοποιήσει, μεταξύ άλλων, τις παρελάσεις για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Από τότε, οι μαθητικές παρελάσεις αποτελούν οργανικό στοιχείο του εορτασμού των επετείων για τις οποίες το μεταξικό καθεστώς επένδυσε άφθονο χρόνο και χρήμα (25η Μαρτίου, επέτειος επιβολής της 4ης Αυγούστου, γιορτή των σκαπανέων, τοπικές εορτές, κλπ).
Είναι αποδομητές της ιστορίας όσοι είναι αντίθετοι με το θεσμό των μαθητικών παρελάσεων;
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Οι μαθητικές παρελάσεις, ελληνική ιδιαιτερότητα τουλάχιστον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελούν παράδοση του δικτατορικού καθεστώτος Μεταξά και επιβλήθηκαν ως εργαλείο φασιστικοποίησης της νεολαίας κατά τα πρότυπα της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας. Ακολούθως, αξιοποιήθηκαν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις ως τελετουργία διαπαιδαγώγησης της νεολαίας στην ιδεολογία της εθνικοφροσύνης, η οποία, μεταξύ άλλων, διαστρέφοντας πλήρως τα γεγονότα της κατοχής και της αντίστασης, πρόσφερε μια εξαιρετική δυνατότητα σε όλο τον εσμό των συνεργατών των κατακτητών όχι μόνο να επανενταχθούν αλλά να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων.
Σήμερα, η καλλιέργεια ιστορικής συνείδησης, το ενδιαφέρον για τη σπουδή του παρελθόντος, η μελέτη και συνειδητοποίηση των απελευθερωτικών και αντιφασιστικών αγώνων του λαού, των κοινωνικών αγώνων για γη και ελευθερία, η ακόμα και η προσέγγιση της έννοιας του έθνους, της συγκρότησής του και της ιστορικής διαδρομής του, δεν έχουν καμία σχέση με τη διοργάνωση μαθητικών παρελάσεων και σχολικές τελετουργίες στρατιωτικού χαρακτήρα. Αντίθετα, προϋποθέτουν ριζικές αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα και βιβλία, ανάταξη της ύλης, νέες διδακτικές μεθόδους και οργάνωση ουσιαστικών σχολικών εκδηλώσεων που θα θέτουν στο επίκεντρο το παιδί και την ανάγκη του να κατανοήσει και να προσεγγίσει το παρελθόν, με σεβασμό στις δυνατότητες της ηλικίας του.
- «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελά πατέρα;»-η δικτατορία Μεταξά & οι παρελάσεις. Αντλήθηκε από: https://www.historical-quest.com/syndromes/112-archive/20os-aionas-ellada/254-giati-xamogelaei-o-kosmos-kai-xamogelaei-patera-h-kathierwsi-twn-parelasewn-apo-th-diktatoria-metaxa.html ↑
Πηγή: https://www.e-lesxi.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.